Τετάρτη 23 Μαΐου 2012

Οι Τούρκοι πολιορκούν την Κωνσταντινούπολη

Ο νέος σουλτάνος Μωάμεθ Β΄ διαβεβαίωσε τη βυζαντινή πρεσβεία, που παραβρέθηκε στην ενθρόνισή του στην Αδριανούπολη, ότι θα σεβαστεί τις συνθήκες που ο πατέρας του είχε κάνει με τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο. Από τον πρώτο χρόνο της διακυβέρνησης του όμως, όλες οι ενέργειες του έδειχναν πως προετοιμάζεται για την πολιορκία και την Άλωση της Πόλης, αφού:
  • Ετοίμασε πολύ στρατό και τον εξόπλισε με σύγχρονα όπλα.
  • Ανέθεσε στον Ούγγρο μηχανικό Ουρβανό να κατασκευάσει εβδομήντα πυροβόλα κανόνια, όπλα πρωτόγνωρα για την εποχή, για να γκρεμίσει, αν χρειαστεί, τα τείχη της Πόλης. 
  • Την άνοιξη του 1452, έχτισε στην ευρωπαϊκή ακτή του Βοσπόρου ένα τεράστιο φρούριο, το Ρούμελη Χισάρ. Το οχυρό ετοιμάστηκε σε λίγους μήνες και η φρουρά του έκανε έλεγχο σε όλα τα πλοία που περνούσαν τα στενά και τα φορολογούσε. 
  • Στη διάρκεια της ίδιας χρονιάς ναυπήγησε 150 πολεμικά πλοία και πολλά μικρότερα για μεταφορές προσώπων και εφοδίων. 
Το Μάρτιο του 1453 ο τουρκικός στρατός, που ξεπερνούσε τις εξήντα χιλιάδες άνδρες, άρχισε να συγκεντρώνεται γύρω από τα τείχη. Ο στόλος κατέλαβε τα νησιά της Προποντίδας και περιπολούσε στα στενά, εμποδίζοντας κάθε πλοίο να φέρει εφόδια στην Πόλη. Κι ο ίδιος ο Μωάμεθ έστησε τη χρυσοΰφαντη σκηνή- στρατηγείο του απέναντι από την πύλη του Αγίου Ρωμανού, ανάμεσα σε χιλιάδες γενίτσαρους. Εκεί κοντά είχε στηθεί και το πιο μεγάλο από τα κανόνια του Ουρβανού, η Μπορμπάρδα, για να γκρεμίσει, αν χρειαζόταν, την πύλη και τα γύρω τείχη. 


Στις 6 Απριλίου, ο Μωάμεθ έστειλε μήνυμα στον Κωνσταντίνο, ζητώντας του την παράδοση της πρωτεύουσας. Η απάντηση του αυτοκράτορα ήταν αρνητική κι αντάξια της χιλιόχρονης ιστορίας της Πόλης. 
«Το να σου παραδώσω την Πόλη ούτε δικό μου δικαίωμα είναι ούτε κανενός άλλου από τους κατοίκους της· γιατί όλοι με μια ψυχή προτιμούμε να πεθάνουμε με τη θέλησή μας και δε λυπόμαστε για τη ζωή μας».
Την αρνητική απάντηση ακολούθησε καταιγίδα κανονιοβολισμών. Οι πολιορκητές ξεχύνονται προς τα τείχη. Στήνουν ξύλινους πύργους, σκάβουν λαγούμια κάτω από τα τείχη χτυπούν με καταπέλτες, προσπαθούν να σκαρφαλώσουν με ανεμόσκαλες στις επάλξεις. Και οι πολιορκημένοι αποκρούουν τις επιθέσεις και καίνε τους πύργους και τους αναρριχώμενους με υγρό πυρ. Και όταν πέφτει η νύχτα, γυναίκες και παιδιά μεταφέρουν υλικά και οι τεχνίτες επισκευάζουν τα ρήγματα που άνοιξαν τα κανόνια στα τείχη. 

Κοντά στους υπερασπιστές είναι ολημερίς και τους συντονίζει ο Ιουστινιάνης αλλά και ο ίδιος ο αυτοκράτορας, που τους εμψυχώνει. Καθώς περνούν οι μέρες όμως, τα τρόφιμα και τα εφόδια λιγοστεύουν. Αυτό το ξέρουν οι πολιορκημένοι, μα κανένας δεν το λέει φωναχτά. Κι όλοι έχουν την ελπίδα πως όπου να’ ναι θα φανεί κάποια βοήθεια από τη Δύση.


Στις 20 Απριλίου, ξημερώματα, οι ελπίδες των αποκλεισμένων ζωντανεύουν. Τρία μεγάλα γενοβέζικα καράβια και μια βυζαντινή φορτηγίδα με κυβερνήτη το Φλαντανελά, περνούν απαρατήρητα τα στενά, φτάνουν στην Προποντίδα και κατευθύνονται στον Κεράτιο, φορτωμένα σιτάρι, εφόδια και πολεμιστές. Οι Τούρκοι ξαφνιάζονται και ρίχνονται πάνω τους να τα προλάβουν πριν περάσουν την αλυσίδα. Στη σκληρή ναυμαχία που ακολούθησε, τα χριστιανικά καράβια νίκησαν και μπήκαν στον ελεύθερο ακόμη Κεράτιο. Το γεγονός αυτό εμψύχωσε τους πολιορκημένους, που δέχτηκαν σαν ήρωες τους νικητές. Εξόργισε όμως το Μωάμεθ, που τιμώρησε σκληρά το ναύαρχό του και πήρε νέα μέτρα, πιο σκληρά για την πολιορκία και την άλωση της Πόλης. 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου